βαχ

βαχ
επιφ. (обычно в сочетании αχ βαχ) ах!;

βαχ! ο καψερός! — ах ты, бедняжка!


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "βαχ" в других словарях:

  • βαχ — επιφών. εκφράζει σχετλιασμό συνήθως σε συνεκφορά με το αχ («το αχ κρατώ για συντροφιά, το βαχ κρατώ για θάρρος»). [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. vah] …   Dictionary of Greek

  • βαχ — (λ. τουρκ.), επιφ. που δείχνει στενοχώρια: Άσε τα αχ και βαχ και κάνε καμιά δουλειά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Σλοβακία — Η Σλοβακία βρίσκεται στην καρδιά της Ευρώπης, στα ανατολικά της Τσεχίας. Συνορεύει με την Πολωνία στα Β, με την Ουκρανία στα Α, με την Ουγγαρία στα Ν και με την Αυστρία στα Δ.Μέχρι το 1993 η Σλοβακία αποτελούσε με την Τσεχία το ενιαίο κράτος της… …   Dictionary of Greek

  • Biblical Hebrew — Biblical Hebrew, Classical Hebrew שְֹפַת כְּנַעַן, יְהוּדִית, (לְשוֹן) עִבְרִית …   Wikipedia

  • Δούναβης — (γερμ. Donau, σλοβακ. Dunaj, ουγγρ. Duna, σερβοκροατ. και βουλγ. Dunav, ρουμ. Dunarea, ουκρ. Dunay· ο Ίστρος των αρχαίων Ελλήνων). Ποταμός (2.840 χλμ.) της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης. Είναι ο δεύτερος σε μήκος της ηπείρου, μετά τον… …   Dictionary of Greek

  • Ομπ — (αγγλ. Ob River). Ποταμός (4.016 χλμ.) της δυτικής Σιβηρίας, που περιλαμβάνεται ολόκληρος στη Ρωσική Δημοκρατία και εκβάλλει στη θάλασσα του Κάρα. Ρέει με διεύθυνση από ΝΑ ΒΔ, έχοντας μέση παροχή στις εκβολές του 12.500 κ.μ./δευτ. και λεκάνη… …   Dictionary of Greek

  • αχ! — και άχου! και αχού! και αχί! 1. επιφώνημα πόνου ή λύπης: Αχ! κακό που μας βρήκε. 2. σπν. ως επιφώνημα χαράς ή πόθου: Αχ! πόσο χάρηκα που ήρθες. 3. ως ουσ. με το άρθρο, το αχ!, ο πόνος: Τον έφαγε το αχ! και το βαχ! …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»